φρούσι

φρούσι
το см. φουρούσι

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "φρούσι" в других словарях:

  • φρούσι — το, Ν βλ. φουρούσι …   Dictionary of Greek

  • φουρούσι — και φορούσι και φρούσι, το, Ν αρχιτ. προεξοχή επιφάνειας τοίχου ή πρόσθετο εξάρτημα που χρησιμεύει ως υποστήριγμα εξώστη, γεισώματος ή προτομής …   Dictionary of Greek

  • φουρούσι — φουρούσι, το και φορούσι, το και φρούσι, το (λ. τουρκ.), προεξοχή επιφάνειας τοίχου ή εξάρτημα, που χρησιμεύει ως υποστήριγμα μπαλκονιού ιδίως, αλλά και κορνίζας, προτομής κ.ά., κονσόλα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»